- ἐγγαστριμάχαιρα
- ἐγγαστρι-μάχαιρα [μᾰ], ἡ, comic name of a glutton in Hippon.85,A one who makes havoc with his belly.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
εγγαστριμάχαιρα — ἐγγαστριμάχαιρα, η (Α) (κωμική λέξη) υπερβολικά λαίμαργος άνθρωπος … Dictionary of Greek
ἐγγαστριμάχαιραν — ἐγγαστριμάχαιρα one who makes havoc with his belly. fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μάχαιρα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 235 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, ΝΑ του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αρκαλοχωρίου. * * * η (ΑM μάχαιρα) 1. όργανο με λαβή… … Dictionary of Greek